Γραφείο Τύπου

Η σύγκριση των ελληνικών επιτοκίων με τα επιτόκια στην ευρωζώνη

- Μάϊος 2009 -

1. Ονομαστικά επιτόκια για νέες καταθέσεις προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις

Στα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις παρέχονται τα δεύτερα υψηλότερα επιτόκια προθεσμιακής κατάθεσης έως ένα έτος

Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών των κρατών μελών της Ευρωζώνης τα ελληνικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις απολάμβαναν, τον Μάρτιο του 2009, επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων έως 1 χρόνο, υψηλότερα κατά 1% και 0,64% αντίστοιχα σε σχέση με το μέσο όρο των 16 κρατών μελών της Ευρωζώνης [1].

2. Το περιθώριο επιτοκίου (spread)  

Σημαντική υποχώρηση του spread και διαρκής σύγκλιση του μέσου όρου Ελλάδας και ζώνης του ευρώ

Σύμφωνα με την ετήσια Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2008 (σελ. 172 και 173) το περιθώριο επιτοκίου, δηλαδή η διαφορά μεταξύ του μέσου σταθμικού επιτοκίου των νέων τραπεζικών δανείων και του αντίστοιχου επιτοκίου των νέων καταθέσεων στην Ελλάδα, μειώθηκε τον Δεκέμβριο του 2008 κατά 0,70% και διαμορφώθηκε στο 3,27%. Το περιθώριο αυτό στη ζώνη του ευρώ μειώθηκε κατά 0,45% την ίδια περίοδο και διαμορφώθηκε στο 2,64% στο τέλος Δεκεμβρίου 2008.

Δηλαδή, η διαφορά επιτοκίου στην Ελλάδα σε σχέση με το μέσο όρο στη ζώνη του ευρώ ανήλθε στο 0,63%. Η εν λόγω διαφορά, τον Δεκέμβριο του 2003, ανέρχονταν στο 1,68%, ήτοι 1,05% υψηλότερη σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2008 [2] και είναι σαφώς χαμηλότερη από το μέσο περιθώριο δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου μέσω εκδόσεως ομολόγων. Να ληφθεί μάλιστα υπόψη το γεγονός ότι λόγω του υψηλότερου κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου, το κόστος άντλησης κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών από τις αγορές είναι αντίστοιχα υψηλότερο.

3. Ονομαστικά επιτόκια για νέα δάνεια προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις

Στα ελληνικά νοικοκυριά εξακολουθούν να παρέχονται από τα χαμηλότερα επιτόκια στεγαστικής πίστης μεταξύ των 16 κρατών μελών της ζώνης του ευρώ  

Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών των κρατών μελών της Ευρωζώνης τα ελληνικά νοικοκυριά απολάμβαναν, τον Μάρτιο του 2009 [1], όπως άλλωστε συνέβαινε και πριν από έξι μήνες, από τα χαμηλότερα επιτόκια στεγαστικής πίστης μεταξύ των 16 κρατών μελών της Ευρωζώνης. Επίσης, από τον Δεκέμβριο του 2007 έως τον Μάρτιο του 2009 το μέσο επιτόκιο για υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια με διάρκεια άνω των πέντε ετών μειώθηκε κατά 0,57% (από 5,11% σε 4,54%) στην Ελλάδα έναντι μείωσης 0,23% στη ζώνη του ευρώ (5,01% σε 4,78%). Τέλος δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας το γεγονός ότι το 31% επί του συνόλου των δανείων που έχουν χορηγηθεί, προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, είναι στεγαστικά δάνεια στα οποία οι έλληνες καταναλωτές απολαμβάνουν από τα ανταγωνιστικότερα επιτόκια της ευρωζώνης. Το αντίστοιχο ποσοστό δανεισμού με πιστωτικές κάρτες ανέρχονταν, τον Ιανουάριο του 2009, στο 4% και για τα λοιπά καταναλωτικά δάνεια στο 10,5% [3].

Καταναλωτικά δάνεια : Υψηλό το κόστος δανεισμού για τα νοικοκυριά στην Ολλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία.

Στα καταναλωτικά δάνεια, με ή χωρίς δικαιολογητικά, τα ονομαστικά επιτόκια στην Ελλάδα ήταν υψηλότερα έναντι του μέσου όρου της ζώνης του ευρώ (Μάρτιος 2009: 8,62% έναντι 7,73%). Ωστόσο, τον Μάρτιο του 2009, το κόστος δανεισμού των νοικοκυριών στην Σλοβακία (13,91%), την Ολλανδία (13,68%), την Πορτογαλία (13,5%), την Ιταλία (10,88%) και την Ισπανία (10,25%) ήταν το υψηλότερο στη ζώνη του ευρώ.

Επιχειρηματικά δάνεια: Κατακόρυφη μείωση των ονομαστικών επιτοκίων τους τελευταίους 15 μήνες

Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος [4] τα επιτόκια νέων δανείων προς επιχειρήσεις παρουσίασαν κατά την διάρκεια των τελευταίων 15 μηνών (Δεκέμβριος 2007 - Μάρτιος 2009) μείωση της τάξης του 2,12% (για δάνεια μέχρι και ένα εκατομμύριο ευρώ) και 1,69% (για δάνεια άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ). Επίσης, ακόμα και για τα υφιστάμενα δάνεια προς επιχειρήσεις παρατηρήθηκε, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, μείωση 0,92%.

4. Ονομαστικά επιτόκια πιστωτικών καρτών  
 
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν δημοσιεύει στατιστικά στοιχεία για τα ονομαστικά επιτόκια πιστωτικών καρτών
Στα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει σε μηνιαία βάση η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα περιλαμβάνεται και την κατηγορία «νέα δάνεια προς νοικοκυριά, χωρίς καθορισμένη διάρκεια». Όπως επισημαίνεται σχετικά από την Τράπεζα της Ελλάδος [5] η εν λόγω κατηγορία περιλαμβάνει (α) τα δάνεια μέσω πιστωτικών καρτών, (β) τα ανοικτά δάνεια, όπου ο πελάτης έχει ένα ανώτατο πιστωτικό όριο και ανάλογα με τις ανάγκες του μπορεί να πραγματοποιεί αναλήψεις μέχρι το όριο αυτό, και (γ) υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς. Ο σταθμικός μέσος όρος των επιτοκίων αυτών των τριών επιμέρους υποκατηγοριών δανείων δίνεται ως το επιτόκιο των δανείων χωρίς καθορισμένη διάρκεια.

Δεδομένου ότι τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών είναι πάντα υψηλότερα σε σχέση με τα επιτόκια των υπόλοιπων κατηγοριών καταναλωτικής πίστης [6] και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι στην Ελλάδα είναι μεγαλύτερο το ποσοστό συμμετοχής των πιστωτικών καρτών στη διαμόρφωση της εν λόγω κατηγορίας ονομαστικών επιτοκίων σε σχέση με τις υπόλοιπες τράπεζες των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ [7] αυτό έχει σαν συνέπεια να εμφανίζει η χώρα μας τα υψηλότερα ονομαστικά επιτόκια στη ζώνη του ευρώ (Μάρτιος 2009: 14,46% έναντι 9,93% αντίστοιχα).

Αληθεύει ότι τα επιτόκια πιστωτικών καρτών στη χώρα μας είναι τα ακριβότερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση;

Η απάντηση όπως και έξι μήνες πριν εξακολουθεί να είναι ΟΧΙ [6]. Ο επισυναπτόμενος Πίνακας 1 αποτυπώνει τα επιτόκια πιστωτικών καρτών ορισμένων από τις μεγαλύτερες τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και το ποσοστό αύξησης ή μείωσης του Σ.Ε.Π.Π.Ε. από τον Ιούνιο του 2008 μέχρι σήμερα.

Τα ονομαστικά επιτόκια των πιστωτικών καρτών διαμορφώνονται ελεύθερα ή υπάρχουν δυνατότητες διοικητικού καθορισμού τους (π.χ. έως το ανώτατο όριο που κάθε φορά ισχύει για τα εξωτρεπεζικά, διοικητικά καθοριζόμενα, επιτόκια);

Τα ονομαστικά επιτόκια των πιστωτικών καρτών - και γενικότερα τα τραπεζικά επιτόκια - διαμορφώνονται, σύμφωνα με την αρχή της ανοικτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό και τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, ελεύθερα. Σε σχέση με τα εξωτραπεζικά διοικητικά καθοριζόμενα επιτόκια θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:

  • το γεγονός ότι τα τραπεζικά και τα εξωτραπεζικά επιτόκια αποτελούν κατηγορίες επιτοκίων εκάστη των οποίων εξαρτάται από διαφορετικούς παράγοντες και διαμορφώνεται με βάση διαφορετικά κριτήρια, υποκείμενες, για το λόγο αυτό, σε απολύτως διακριτές, μη επικαλυπτόμενες ρυθμίσεις (άρθρο 2, παρ. 3 ν.δ. 588/48 σε συνδυασμό με το άρθρο 1 ν. 1266/82, όπως ισχύει και το άρθρο 15, παρ. 5 ν. 876/1979, αντιστοίχως),
  • το γεγονός ότι σύμφωνα με τις αρχές που διέπουν τη νομισματική πολιτική του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί εντός του πλαισίου της οικονομίας της ανοικτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό, βάσει των άρθρων 2, 4 και 105, παρ. 1 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και 2 του Καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τα τραπεζικά επιτόκια διαμορφώνονται ελεύθερα.


Ο Άρειος Πάγος με την απόφασή του με αριθμό 1219/2001, αν και αναγνώρισε ότι τα τραπεζικά επιτόκια είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμα χωρίς ανώτατα ή κατώτατα όρια, διατύπωσε την κρίση ότι:

  • τα εξωτραπεζικά επιτόκια έχουν γενικότερη κοινωνικοοικονομική σημασία και αφορούν και τις τραπεζικές συμβάσεις,
  • ο σκοπός της ελεύθερης διαπραγμάτευσης των τραπεζικών επιτοκίων είναι η συμπίεσή τους κάτω από τα εξωτραπεζικά, και συνεπώς
  • συμφωνία για επιτόκια μεγαλύτερα των εξωτραπεζικών «δεν παύει να απαγορεύεται από το νόμο».


Με την απόφαση 178/3/19.7.2004 της Επιτροπής Τραπεζικών και Πιστωτικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΠΘ) ρητά αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι:

«Δεν είναι συμβατός προς τις αναφερόμενες ανωτέρω, υπό στοιχεία (ζ) και (η), αρχές, ο διοικητικός καθορισμός ανωτάτου ορίου στα τραπεζικά επιτόκια, ούτε ο συσχετισμός τους προς το εκάστοτε ισχύον για τα εξωτραπεζικά επιτόκια ανώτατο όριο. Το όριο αυτό δεν ανήκει, κατά το περιεχόμενο και το σκοπό του, στους παράγοντες προσδιορισμού των τραπεζικών επιτοκίων, τα οποία διαμορφώνονται ελεύθερα ύστερα από στάθμιση των εκτιμώμενων κατά περίπτωση κινδύνων, των εκάστοτε συνθηκών των χρηματοπιστωτικών αγορών, καθώς και των εν γένει υποχρεώσεων των τραπεζών που απορρέουν από τις διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία τους.


Κατά συνέπεια οι μετά την απελευθέρωση των επιτοκίων (ΠΔ/ΤΕ 1087/1987 κλπ.) συναπτόμενες συμφωνίες τραπεζικών επιτοκίων, στις οποίες συνομολογείται επιτόκιο που τυχόν υπερβαίνει το εκάστοτε οριζόμενο για τα εξωτραπεζικά επιτόκια ανώτατο όριο, δεν είναι αθέμιτες για το λόγο αυτό».

 


1Κεντρική Τράπεζα, Euro area and national MFI interest rates Ειδικότερα βλέπε:
http://www.ecb.int/stats/money/interest/interest/html/interest_rates_2009-03.en.html

2 Η έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2008 είναι διαθέσιμη στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.bankofgreece.gr/BogEkdoseis/ekthdkth2008.pdf

3 Τράπεζα της Ελλάδος, Μηνιαίο Στατιστικό Δελτίο Οικονομικής Συγκυρίας, Τεύχος 118, Φεβρουάριος 2009.

4 Τράπεζα της Ελλάδος, Τραπεζικά επιτόκια καταθέσεων και δανείων: ΜΑΡΤΙΟΣ 2009, Δελτίο Τύπου, 11 Μαΐου 2009. Ειδικότερα βλέπε: http://www.bankofgreece.gr/BoGAttachments/11.05.09_Τραπεζικά_επιτόκια_καταθέσεων_και_δανείων-ΜΑΡΤΙΟΣ_2009.doc

5 Τράπεζα της Ελλάδος, Επιτόκια καταθέσεων και δανείων, μεθοδολογικές παρατηρήσεις. Ειδικότερα βλέπε: http://www.bankofgreece.gr/BoGDocuments/Επιτόκια_Μεθοδολογικές_παρατηρήσεις.pdf

6 Ελληνική Ένωση Τραπεζών, Η σύγκριση των ελληνικών επιτοκίων με τα επιτόκια στην ευρωζώνη, Νοέμβριος 2008. Ειδικότερα βλέπε: http://http://www.hba.gr/Media/Details/163

7 Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2008, υποσημείωση υπ. αριθμ. 23, σελ. 173.